«ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΓΡΑΨΩ ΤΟΝ ΧΑΡΙ ΠΟΤΕΡ»

«ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΓΡΑΨΩ ΤΟΝ ΧΑΡΙ ΠΟΤΕΡ»

Η Άλκη Ζέη το ομολογεί: «Δεν μπορώ να γράψω κάτι, αν δεν το δω πρώτα. Ουδέποτε θα περιέγραφα το Άαχεν ή το Κέντρο Περίθαλψης Άγριων Ζώων στην Αίγινα αν δεν τα είχα επισκεφτεί. Μ’ άλλα λόγια, δεν θα μπορούσα να γράψω τον Χάρι Πότερ!». Για τον διοπτροφόρο ήρωα της Τζόαν Ρόουλιγνκ, πάντως, τρέφει τα καλύτερα των αισθημάτων: «Ακούω διάφορα περί μαύρης μαγείας, και με πιάνουν τα γέλια. Περί μοντέρνων μαγικών πρόκειται, και μάλιστα καλογραμμένων. Μακάρι να υπήρχαν κι άλλα μυθιστορήματα που θα ωθούσαν εξακόσια εκατομμύρια παιδιά να πιάσουν βιβλίο στα χέρια τους…».

Κάτι ανάλογο συνέβη κι εδώ με τα δικά της έργα. Το Καπλάνι της βιτρίνας κι ο Μεγάλος περίπατος του Πέτρου, μυούν επί τριάντα χρόνια τα παιδιά όχι μόνο στη λογοτεχνία αλλά και στην Ιστορία, όπως τη βίωσε η ίδια και η γενιά της. Στο νέο της βιβλίο, ωστόσο, Η Κωνσταντίνα και οι αράχνες της δεν υπάρχει ούτε Κατοχή κι Εμφύλιος ούτε προσφυγιά ή μαζικοί αγώνες.

Υπάρχει ένα 13χρονο κοριτσάκι, μεγαλωμένο στη Γερμανία, που ξεριζώνεται εξαιτίας της εύθραυστης υγείας του και του διαζυγίου των γονιών του, κι από ένα χνούδινο περιβάλλον μεταφέρεται στο καταθλιπτικό διαμέρισμα της γιαγιάς του στην Κυψέλη. Μιας γιαγιάς αριστερής και σκληραγωγημένης που -όπως σαρκάζει η μικρή- βλέπει φασίστες παντού, ακόμα και στον κακό λύκο του παραμυθιού!

Η Κωνσταντίνα, ανήμπορη να εξηγήσει πώς ανατράπηκε έτσι η ζωή της, αντιδρά σπασμωδικά. Κι όταν ο μοναδικός καινούριος φίλος της, ένα επίσης ξεριζωμένο παιδί μεταναστών με καλλιτεχνικές ανησυχίες -«δεν θα ‘θελα με τίποτε να θυμίζει αλήτη», λέει η Ζέη- της προσφέρει διάφορα «θαυματουργά» χαπάκια που την ταξιδεύουν αλλού, εκείνη αρχίζει να γλιστράει στον κόσμο των ναρκωτικών.

– Τι γνωρίζετε απ’ αυτόν τον κόσμο εσείς, κυρία Ζέη;

«Δεν γνώριζα, αλλά έμαθα. Επί δύο χρόνια ήμουν μέλος της διοίκησης του ΚΕΘΕΑ, όπου υπάγονται μια σειρά από θεραπευτικές κοινότητες. Μίλησα με πολλούς γονείς και παιδιά που αντιμετώπιζαν το πρόβλημα κι ανακάλυψα πως τα ναρκωτικά αγγίζουν τους πάντες: πλούσιους και φτωχούς, μορφωμένους και μη, οικογένειες διαλυμένες αλλά και αγαπημένες. 

Συνάντησα ένα σωρό γονείς που δεν είχαν φοβηθεί ή υποψιαστεί το παραμικρό… Εκείνο που μέτρησε πολύ μέσα μου ήταν το σοκ από την είδηση ότι ένα 13χρονο κορίτσι βρέθηκε νεκρό στη Θεσσαλονίκη από ηρωίνη.  Είχε φτάσει ο καιρός να καταπιαστώ μ’ ένα σύγχρονο θέμα. Δυσκολεύτηκα, όμως, γιατί δεν ήθελα να τρομοκρατήσω κανέναν. Απλώς να χτυπήσω ένα καμπανάκι».

– Βαδίζετε προς τα 78 κι όμως το γραπτό σας, διεισδυτικό και γεμάτο αποχρώσεις, αναδύει απίστευτη δροσιά. Ποιο είναι το μυστικό;

«Οταν γράφω για ένα κοριτσάκι, αντιδρώ όπως αυτό, όχι όπως εγώ με την πείρα της ηλικίας μου. Το νιώθω το παιδί και απολαμβάνω πολύ να μπαίνω μέσα του. Αν δεν είχα τα εγγόνια μου, θα μου ήταν βέβαια πιο δύσκολο».

– Εκείνα ζούνε στο Βέλγιο. Πιστεύετε πως είναι πιο προνομιούχα από τα Ελληνόπουλα;

«Σίγουρα έχουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Δεν χρειάζονται πάνω από μισή ώρα για διάβασμα στο σπίτι. Και δεν έχουν μπροστά τους ούτε πανελλήνιες ούτε τίποτα. Τα Ελληνόπουλα είναι να τα λυπάσαι. Τόσες ώρες στα φροντιστήρια, τόσο άγχος πάνω στα καλύτερά τους χρόνια… Τι να τους πεις; Διαβάστε και Αλκη Ζέη από πάνω; Η κατάσταση είναι τραγική. Δεν θα ‘θελα με τίποτε να πηγαίνουν τα εγγόνια μου σχολείο στην Ελλάδα».

– Εσείς, πάντως, μπαίνετε ακόμη στις τάξεις…

«Πάω όπου υπάρχει ένας δάσκαλος παθιασμένος με τα βιβλία μου, και παρακινεί τα παιδιά να τα διαβάσουν. Εκείνος με καλεί. Ολα απ’ τον δάσκαλο εξαρτώνται. Επηρεάζει τα παιδιά πιο πολύ κι από την οικογένειά τους.»

– Η Κωνσταντίνα δεν είχε πάρει χαμπάρι για τον επικείμενο χωρισμό των γονιών της. Είναι δυνατόν;

«Φυσικά και είναι. Το έχω δει να γίνεται σε πολύ δικούς μου ανθρώπους. Υπάρχουν και πολιτισμένοι χωρισμοί, χωρίς εντάσεις και τσακωμούς. Εχω όμως την αίσθηση πως τα σημερινά ζευγάρια δεν ξέρουν τι θα πει συμβίωση, αμοιβαίες υποχωρήσεις. Για τους ίδιους λόγους, εμείς θα έπρεπε να έχουμε διαλύσει τους γάμους μας δέκα φορές».

– Τι άλλο έχετε δανειστεί από τη δική σας πραγματικότητα και το έχετε περάσει στο βιβλίο;

«Δεν είναι τυχαίο που η Κωνσταντίνα “φυτεύεται” ξαφνικά στη χώρα καταγωγής της. Θυμάμαι μόλις επιστρέψαμε από τη Ρωσία, η εννιάχρονη τότε κόρη μου, μου είπε: “Αυτή ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής μου. Θα ‘θελα να ήμουν συγγραφέας για να το γράψω!”. Οι τρεις αχώριστες φίλες της γιαγιάς, επίσης, είναι κόπιες τριών φιλενάδων της θείας μου, της Διδώς Σωτηρίου. Παλιές αντάρτισσες που πηγαίνουν ακόμα εκδρομές, αναπολούν το ηρωικό τους παρελθόν και προσφέρουν τρόφιμα στους Κούρδους…».

– Εσείς διατελείτε ακόμη «αριστερή εν συγχύσει»;

«Τι σημαίνει σήμερα να είσαι αριστερός;  Μεγάλα οράματα δεν υπάρχουν. Αριστερός είναι εκείνος που διαθέτει πνεύμα ελεύθερο, προοδευτικό, κοιτάζει μπροστά και φυσικά, ενδιαφέρεται για τα κοινά».

– Μετά την «Αρραβωνιστικιά του Αχιλλέα», δεν γράψατε τίποτε άλλο αποκλειστικά για ενήλικους. Γιατί;

«Ηθελα να βγάλω κάποια πράγματα από μέσα μου και το έκανα. Ακόμη και τότε, όμως, βιαζόμουν να τελειώνω για να ξαναγράψω για παιδιά».

– Πιστεύετε πως το δημιουργικό σας έργο, σας έκανε καλύτερη μητέρα;

«Συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Έγραψα καλά βιβλία, επειδή ήμουν καλή μάνα. Σκεφτείτε πως με τα παιδιά μου δεν έχουμε τσακωθεί ποτέ!  Ίσως επειδή περάσαμε πολλά μαζί. Πάντοτε συζητούσαμε, επιστρατεύοντας το χιούμορ μας. Και παίξαμε, παίξαμε πολύ. Το ‘χω ξαναπεί: μ’ αρέσει που έχω γράψει λιγότερα βιβλία κι έχω παίξει περισσότερο μαζί τους».

Αποσπάσματα από συνέντευξη στη Σταυρούλα Παπασπύρου, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 19/1/2003